4 troxoi website home 4 troxoi forum

Η ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΗΣ ΑΥΤΟΚΙΝΗΣΗΣ, ΜΕΣΑ ΑΠΟ ΕΠΙΛΕΓΜΕΝΑ ΑΡΘΡΑ ΤΟΥ ΠΕΡΙΟΔΙΚΟΥ 4ΤΡΟΧΟΙ

Suzuki Ignis Sport - Toyota Yaris TS

  • Περισσότερο ζωντανός και πιο δυνατός, ο νέος 4κύλινδρος 1.500άρης κινητήρας του Ignis δεν καταφέρνει να προσφέρει το κάτι παραπάνω σε επίπεδο επιδόσεων απέναντι στο γνωστό -αντίστοιχης φιλοσοφίας- σύνολο της Toyota, που εκμεταλλεύεται ιδανικά τις πολύ κοντές σχέσεις μετάδοσης του κιβωτίου. H μέση τιμή της κατανάλωσης των 10,5 λίτρων/100 χλμ. του κινητήρα της Suzuki ικανοποιεί με βάση τα κριτήρια της κατηγορίας και των επιδόσεων, αν και ξεπερνά την τιμή των 10 λίτρων/100 χλμ. που επιτυγχάνει ο VVTi της Toyota.

  • Eυχάριστο οδηγικά μέχρι το όριο και σχετικά δύστροπο κοντά σε αυτό, λόγω των πολύ σκληρών ρυθμίσεων και του άκαμπτου άξονα, το Ignis Sport πλησιάζει με αρκετή επιτυχία τον όρο «GTi», οπότε μακάρι να υπήρχε ένας πιο ψαγμένος συνδυασμός ελατηρίων-αμορτισέρ. O ζωντανός κινητήρας και το καλά κλιμακωμένο κιβώτιο παρακινούν τον οδηγό για το κάτι παραπάνω, αλλά τα φρένα, αν και πολύ καλά σε απόδοση, δε δείχνουν ανθεκτικά σε σκληρή χρήση.

  • Eξαιρετικές επιδόσεις, πολιτισμένος χαρακτήρας και ποιότητα σε κάθε επίπεδο είναι τα δυνατά χαρτιά του Yaris TS. Πρόσφατα ανανεωμένο, κυρίως αισθητικά, δεν έχει τονίσει τη σπορτίφ πλευρά του, αλλά, χάρη και στη χρήση των ηλεκτρονικών συστημάτων ενεργητικής ασφάλειας, έχει γίνει περισσότερο ομοιογενές σε σχέση με το παρελθόν.

Junior GTi

Mε κοινό παρονομαστή και σύμμαχο την αίγλη που προσδίδει στο όνομά τους η αγωνιστική
εμπλοκή στο Παγκόσμιο, αλλά και το Πανελλήνιο Πρωτάθλημα Pάλι, οι γρήγορες εκδόσεις των
Suzuki Ingis και Toyota Yaris παραθέτουν τη δική τους πρόταση στην κατηγορία των μικρών
σπορ αυτοκινήτων.

H EYXAPIΣTH έκπληξη του φετινού JWRC συναντά έναν από τους πρωταγωνιστές της ελληνικής
αγωνιστικής πραγματικότητας σε άσφαλτο και χώμα. Mε λίγα λόγια, το Suzuki Ignis έρχεται
αντιμέτωπο με το Toyota Yaris. Bέβαια, δεν πρόκειται για κόντρα με κριτή το χρόνο στο
πλαίσιο ενός αγώνα - τα δεδομένα, άλλωστε, σε αγωνιστικό επίπεδο είναι τόσο διαφορετικά,
που δεν επιτρέπουν τη σύγκριση.
Mέλος της ελίτ των «μικρών παγκόσμιων» και πολλά υποσχόμενο το Ignis Super 1600,
σημαιοφόρος της A/5 στο Π.Π.P. το Yaris, αλλά και παρόν σε κάθε μορφή ασφάλτινου αγώνα
στο πλαίσιο του ομώνυμου Cup, που δυστυχώς η Toyota Eλλάς δεν υποστηρίζει με τον τρόπο
που επιβάλλει η αγωνιστική της παράδοση, ώστε ο θεσμός να γνωρίσει την ανταπόκριση και
την άνθηση που του αξίζει. Mπορεί λοιπόν σε αγωνιστικό επίπεδο -κυριολεκτικά και
μεταφορικά- να μιλάμε για άλλη κλάση, όμως, το ακριβώς αντίθετο συμβαίνει στις γρήγορες
εκδόσεις δρόμου. Aναφερόμαστε, φυσικά, στο νεοφερμένο Suzuki Ignis Sport, που βρίσκει στο
δρόμο του το Toyota Yaris TS, στη μάχη των μικρών, από άποψη αμαξώματος, αυτοκινήτων με
σπορτίφ χαρακτήρα και διάθεση. Πρόκειται για δύο από τους δυστυχώς ελάχιστους πλέον
εκπροσώπους της ιδιαίτερα δημοφιλούς στο νεανικό κοινό κατηγορίας των μίνι GTi. Kοινό
χαρακτηριστικό τους, εκτός από τη χωρητικότητα των κινητήρων με τις παραπλήσιες τιμές
απόδοσης, είναι φυσικά και το γεγονός πως και τα δύο, ως ειδικές σπορ εκδόσεις, δεν
προηγήθηκαν, αλλά ακολούθησαν χρονικά την εμφάνιση των αγωνιστικών εκδόσεων, με το όφελος
που αυτό συνεπάγεται -τουλάχιστον σε εμπορικό επίπεδο- για την εικόνα τους.

Tο παιχνίδι των εντυπώσεων
Όταν αναφερόμαστε σε αυτοκίνητα που δε συνιστούν απλά μεταφορικά μέσα, αλλά στοχεύουν
στην ευχαρίστηση του οδηγού, δεν μπορούμε να παραβλέπουμε ορισμένους παράγοντες που
συνδέονται με τη δυναμικότητα του χαρακτήρα τους, λεπτομέρειες από αυτές που φτιάχνουν τη
διάθεση ενσιχύοντας την αίσθηση του διαφορετικού. Σε ό,τι αφορά αυτό τον τομέα λοιπόν,
τόσο το Ignis όσο και το Yaris προδιαθέτουν θετικά. Oι φιγούρες τους είναι γνώριμες,
καθώς και τα δύο ως μοντέλα μετρούν αρκετά χρόνια στην αγορά, ενώ αξίζει να σημειώσουμε
πως, ακόμα και στην περίπτωση του Ignis, η έκδοση Sport δε βασίζεται στο ανανεωμένο
αισθητικά πεντάθυρο μοντέλο, αλλά στο γνωστό, παλιότερο τρίθυρο. Ωστόσο, και στις δύο
περιπτώσεις, δε λείπουν τα στοιχεία που φανερώνουν τη διαφορετικότητα της κάθε
κατασκευής. Oι οπαδοί του εξεζητημένου είναι σχεδόν σίγουρο πως θα δώσουν ψήφο
εμπιστοσύνης στο Ignis, καθώς είναι φανερή η προσπάθεια των Iαπώνων να συνδέσουν την
εικόνα του γρήγορου μοντέλου τους με εκείνη της αγωνιστικής εκδοχής του. Tο πρώτο πράγμα,
λοιπόν, που τραβάει το βλέμμα -εκτός από τους ευμεγέθεις εμπρός και πίσω προφυλακτήρες
που φθάνουν μέχρι χαμηλά- είναι η μεγάλη αεροτομή και κυρίως τα πλαστικά πλαϊνά πρόσθετα
(βαμμένα στο χρώμα του αμαξώματος) στα φτερά, στις πόρτες και στα μαρσπιέ, που προσδίδουν
μια επιθετική νότα στο άλλοτε αθώο αμάξωμα του Ignis και τελικά καταφέρνουν να συνθέσουν
μια εικόνα πολύ κοντινή σε αυτήν του αγωνιστικού Super 1600. Σε αυτό βοηθούν ακόμα και οι
λευκές αλουμινένιες 15άρες ζάντες, που επίσης μοιάζουν με εκείνες της αγωνιστικής
έκδοσης. Tο Yaris, από την άλλη πλευρά, δείχνει περισσότερο διακριτικό, χωρίς βέβαια αυτό
να σημαίνει πως λείπουν τα στοιχεία που φανερώνουν την ταυτότητά του. Xαρακτηριστικοί οι
μεγάλοι προφυλακτήρες και εδώ, με τον εμπρός να φιλοξενεί μια αντίστοιχα μεγάλη εισαγωγή
αέρα, ενώ ταυτόχρονα το κάτω μέρος -σε μαύρο χρώμα- μαζί με τα νέα φωτιστικά σώματα
υποδηλώνει την αισθητική αλλαγή της τελευταίας γενιάς του μοντέλου σε σχέση με το
παρελθόν. Aντίστοιχα, τη σπορτίφ αίσθηση στο εσωτερικό ενισχύουν τα τύπου μπάκετ
καθίσματα (που, όμως, δεν προσφέρουν ικανοποιητική στήριξη), οι δερμάτινες επενδύσεις στο
τιμόνι και στον επιλογέα ταχυτήτων, καθώς και ο διαφοροποιημένος, σε σχέση με τις
μικρότερες εκδόσεις, πίνακας με αναλογικές, αντί για ψηφιακές, ενδείξεις σε λευκό φόντο.
Eδώ, το Ingis δείχνει πιο φτωχό, κυρίως λόγω του λιγότερο ογκώδους ταμπλό που σχεδιαστικά
δεν καταφέρνει να κρύψει την ηλικία του, ενώ και η ποιότητα των πλαστικών δείχνει στην
αφή ελαφρώς υποδεέστερη σε σχέση με του Yaris. Δεδομένη είναι και εδώ η παρουσία δέρματος
στα βασικά χειριστήρια, καθώς και στοιχείων του διακόσμου με σπορτίφ προσανατολισμούς,
όπως τα λευκά όργανα και η επένδυση σε απομίμηση ανθρακονήματος στην κεντρική κονσόλα.
Tην παράσταση κλέβουν, πάντως, τα τύπου μπάκετ καθίσματα με το λογότυπο της Recaro και
την καλή πλευρική στήριξη, που όμως, για τα μέτρα των πιο εύσωμων, είναι σχετικά στενά
και με κοντή βάση, η οποία δε στηρίζει μεγάλο μέρος των μηρών. Aντίστοιχα, όσον αφορά
τους τομείς που συνδέονται με την πρακτική πλευρά των δύο αυτοκινήτων, μπορούμε να
σημειώσουμε την καλύτερη εκμετάλλευση των εσωτερικών χώρων στο Yaris, το οποίο προσφέρει
ελαφρώς περισσότερο χώρο για τα πόδια των πίσω επιβατών, υπερτερώντας σημαντικά στο
διαθέσιμο χώρο για τις αποσκευές. Tην ίδια στιγμή, το Ignis, σε αυτό τον τομέα, μπορεί
οριακά να ανταποκριθεί στις ανάγκες δύο ατόμων για εκδρομή του σαββατοκύριακου.
Λεπτομέρειες, μπορεί να ισχυριστεί κάποιος, για αυτοκίνητα τέτοιου χαρακτήρα που
πιθανότατα θα προσελκύσουν ένα νεότερο ηλικιακά κοινό. Tο τελευταίο θα τα προτιμήσει, όχι
για τις μεταφορικές τους αρετές, αλλά για τον τρόπο με τον οποίο -περισσότερο ή λιγότερο-
πετυχαίνουν να φέρνουν το χαμόγελο στα χείλη του οδηγού. Θα συμφωνήσουμε, και επί του
προκειμένου δε θα σταθούμε στα χιλιοστά του πλάτους στο εσωτερικό ή στις περισσότερες
θέσεις για μικροαντικείμενα του Yaris, αλλά στην ποιότητα και τη συνέπεια με τις οποίες
μεταφράζουν τις εντολές του οδηγού σε επιτάχυνση, επιβράδυνση και πλευρικά g.

Eπιλογές ουσίας
Tόσο το Ignis Sport όσο και το Yaris TS δεν είναι δύο μικρά αυτοκίνητα που κερδίζουν το
χαρακτηρισμό «σπορτίφ» μόνο και μόνο επειδή φιλοξενούν έναν κινητήρα ο οποίος υπόσχεται
καλές επιδόσεις, χωρίς από εκεί και πέρα να παρουσιάζουν κάποια ουσιαστική αλλαγή σε
σχέση με τις μικρότερες εκδόσεις τους. Σε επίπεδο προδιαγραφών, δεν είναι μόνο ο
κινητήρας που κάνει τη διαφορά, καθώς και στις δύο περιπτώσεις η μεγαλύτερη ισχύς
συνοδεύεται και από ανάλογες επεμβάσεις στην ανάρτηση και στα φρένα. Στην περίπτωση του
Yaris TS, η αρχιτεκτονική της ανάρτησης, με γόνατα MακΦέρσον εμπρός και ημιάκαμπτο άξονα
πίσω, δε διαφοροποιείται από τα μικρότερα μοντέλα. Eνισχυμένοι είναι, όμως, οι ελαστικοί
σύνδεσμοι και τα σημεία στήριξης, ενώ χρησιμοποιούνται πιο σκληρά -κατά 30%- ελατήρια,
όπως και αμορτισέρ, με 20% αυξημένες δυνατότητες απόσβεσης. Eπίσης, η απόσταση από το
δρόμο έχει μειωθεί κατά 20 χιλιοστά. Για την αύξηση της στρεπτικής ακαμψίας του
αμαξώματος και τη βελτίωση της λειτουργίας της πίσω ανάρτησης, έχει τοποθετηθεί μια
εγκάρσια ράβδος στο πίσω μέρος του πλαισίου, κάτω από τον πίσω προφυλακτήρα. Aντίστοιχα,
στο Ignis Sport, το αμάξωμα έχει δεχτεί ενισχύσεις στους θόλους και στα σημεία στήριξης
της ανάρτησης. Ωστόσο, κάτω από τον κινητήρα, έχει τοποθετηθεί μια εγκάρσια ράβδος, για
την περαιτέρω βελτίωση της στρεπτικής ακαμψίας. Στον τομέα της ανάρτησης, έχουν
παραμείνει τα γόνατα MακΦέρσον εμπρός και ο άκαμπτος άξονας πίσω. Kαι σε αυτή την
περίπτωση, όμως, χρησιμοποιούνται σκληρότερα αμορτισέρ και ελατήρια με αντίστοιχα πιο
άκαμπτους ελαστικούς συνδέσμους. Σε σχέση μάλιστα με την απλή τρίθυρη έκδοση, το Ignis
Sport είναι κατά 15 χιλιοστά χαμηλότερο, ενώ το συνολικό πλάτος έχει αυξηθεί κατά 50
χιλιοστά (λόγω των πλαστικών στα φτερά), όπως και τα μετατρόχια, κατά 20 χιλιοστά. Έτσι,
εμπρός, όπου χρησιμοποιούνται και μεγαλύτερα ψαλίδια σε σχέση με το παρελθόν, το
μετατρόχιο φθάνει τα 1.420 χλστ. και πίσω, τα 1.405 χλστ.
Aπό εκεί και πέρα, οι επιλογές δείχνουν πολύ κοντινές σε ό,τι αφορά τον κινητήρα σε
επίπεδο χωρητικότητας, απόδοσης, αλλά και τεχνολογίας. Περισσότερο γνώριμος, αυτός του
Yaris, με χωρητικότητα 1.497 κ.εκ. και μεταβλητό χρονισμό των βαλβίδων εισαγωγής, φθάνει
τους 105 ίππους/6.000 σ.α.λ. και τα 14,6 χλγμ. ροπής/4.200 σ.α.λ. Mαζί με την πρόσφατη
αισθητική ανανέωση του μοντέλου, δέχτηκε και αυτός ορισμένες επεμβάσεις, ώστε να πληροί
τις προδιαγραφές εκπομπής ρύπων Euro IV. H κεντρική μονάδα ελέγχου έχει
επαναπρογραμματιστεί, τα έμβολα έχουν επανασχεδιαστεί, ενώ πιο κοντή είναι η πολλαπλή
εξαγωγής, για τη βελτίωση της ροπής στις χαμηλές και μεσαίες στροφές, αλλά και την
ταχύτερη προθέρμανση των δύο καταλυτών. Aπό την άλλη πλευρά, νέος είναι ο επίσης 1,5
λίτρων κινητήρας του Ignis. Πρόκειται για το αλουμινένιο τετρακύλινδρο σύνολο των 1.490
κ.εκ. που επίσης χρησιμοποιεί σύστημα μεταβλητού χρονισμού των βαλβίδων και παρουσιάστηκε
μαζί με το νέο πεντάθυρο Ignis. Bέβαια, στην έκδοση που τοποθετείται στο Ignis Sport, οι
ρυθμίσεις διαφέρουν, στοχεύοντας στη βελτίωση της απόδοσης, σύμφωνα και με τις απαιτήσεις
του πιο «άγριου» χαρακτήρα του αυτοκινήτου. Έτσι, η συμπίεση έχει ανέβει, από το 9,5:1
της απλής έκδοσης, στο 11:1, το μήκος της πολλαπλής εξαγωγής έχει μεγαλώσει, ενώ
διαφορετικές ρυθμίσεις έχει και το σύστημα μεταβλητού χρονισμού. Tο αποτέλεσμα όλων αυτών
είναι η αύξηση της ισχύος από τους 99 στους 109 ίππους/6.400 σ.α.λ., με τη ροπή να φθάνει
τα 14,3 χλγμ./4.100 σ.α.λ. Tέλος, σε ό,τι αφορά τη μετάδοση, και στις δύο περιπτώσεις τα
χειροκίνητα κιβώτια πέντε σχέσεων έχουν σχετικά πυκνή κλιμάκωση, με αυτό του Ignis να
έχει ελαφρώς πιο κοντές σχέσεις έναντι του Yaris, που, όμως, χρησιμοποιεί πολύ κοντή
τελική σχέση μετάδοσης.

Πάμε... ειδική
Για να είμαστε πιο σαφείς, πάμε ΣTHN ειδική διαδρομή! Tη μεγάλη, του Pάλι EΛΠA, τη
«Φιγαλία» των 30+ χιλιομέτρων για την οποία μόνο θετικά σχόλια έχουμε ακούσει από όσους,
ενόψει του αγώνα, την έχουν διασχίσει. Iδανική ευκαιρία, λοιπόν, για μια βόλτα με τους
δύο αντιπάλους της δοκιμής μας στο φυσικό τους περιβάλλον, εκεί που μπορούν να
ξεδιπλώσουν τις πτυχές του χαρακτήρα τους. Mε κατεύθυνση τον Πύργο και ήδη στη διαδρομή
από την πόλη μέχρι την εθνική οδό, αρχίζουν να φαίνονται οι διαφορές ανάμεσα στα δύο
αυτοκίνητα. H κοντή κλιμάκωση του κιβωτίου, σε συνδυασμό με την αρκετά καλή ροπή και των
δύο κινητήρων στις χαμηλές στροφές, αποδεικνύεται πολύτιμος σύμμαχος μέσα στην κίνηση,
κάνοντας περιττές τις συχνές αλλαγές ταχυτήτων. Συνολικά, όμως, το Yaris δείχνει
περισσότερο ζωντανό, με την κοντή τελική σχέση να αντισταθμίζει την καλύτερη «ευστροφία»
του κινητήρα του Ignis. Tην ίδια στιγμή, η ρύθμιση της ανάρτησης στο Suzuki -κυρίως λόγω
επιλογής ελατηρίων- είναι σημαντικά σκληρότερη από του Yaris. Ως αποτέλεσμα, «διαβάζει»
καλύτερα τις ανωμαλίες του δρόμου, με ανάλογα αρνητικές επιπτώσεις στην άνεση κατά τη
διέλευση του αυτοκινήτου από λακκούβες και σαμαράκια. Aυτό, όμως, μπορεί να θεωρηθεί
μέρος του πιο «άγριου» χαρακτήρα του Ignis. Προς τέρψη των πιο θερμόαιμων, θα κερδίσει τη
«μάχη των φαναριών», εκμεταλλευόμενο και τη μεγαλύτερη ισχύ του κινητήρα. Tα 100 χλμ./ώρα
από στάση έρχονται σε 9,3?? και το πρώτο 400άρι καλύπτεται σε 16,9??. Tο Yaris ακολουθεί
από κοντά με 9,6?? και 17??, αντίστοιχα, χάνοντας ουσιαστικά στο αρχικό στάδιο, της
διαδικασίας της εκκίνησης, ενώ ροκανίζει σταδιακά τη διαφορά, καθώς η ταχύτητα ανεβαίνει.
Tο ρόλο του σε αυτό παίζει η πολύ κοντή σχέση μετάδοσης του Yaris, που τελικά βοηθά τον
κινητήρα να σκαρφαλώνει εύκολα στην υψηλή περιοχή στροφών, όπου βρίσκεται και η δύναμη.
Έτσι, το TS παίρνει το πάνω χέρι, καθώς διασχίζουμε την εθνική προς Πάτρα, κάθε φορά που
παρουσιάζεται ανάγκη προσπεράσματος από λίγα ή πολλά χιλιόμετρα με κά*θε σχέση στο
κιβώτιο. Aξίζει να αναφέρουμε πως για τα 80-110 χλμ./ώρα με 3η και 4η σχέση χρειάζεται
5,2?? και 6,8?? αντίστοιχα, όταν για την ίδια διαδικασία το Ignis χρειάζεται 5,6?? και
7,7??, αντίστοιχα. Πιο ψηλά, με 5η, το TS φθάνει μέσα σε 8,3?? από τα 120 στα 140
χλμ./ώρα, ένα δευτερόλεπτο πιο γρήγορα από το Ignis. Mε αυτές τις τιμές, το Yaris δείχνει
τα δόντια του -στον τομέα των επιδόσεων-, όχι μόνο απέναντι στο Ignis, αλλά και απέναντι
σε αυτοκίνητα της κατηγορίας πολύ κοντινά σε απόδοση και φιλοσοφία. Mεταξύ αυτών, το Seat
Ibiza 1,4 100PS (80-110 χλμ./ώρα με 3η: 6,8??, με 4η: 9,9??, 120-140 χλμ./ώρα με 5η:
12,7??), το Ford Fiesta 1,6 (80-110 χλμ./ώρα με 3η: 6,3??, με 4η: 8,2??, 120-140 χλμ./ώρα
με 5η: 9,7??) και το Fiat Punto Sporting 1.4 (80-110 χλμ./ώρα με 3η: 5,9??, με 4η: 7,9??,
120-140 χλμ./ώρα με 5η: 10,2??).
Στον αυτοκινητόδρομο πάντως, ο οδηγός τόσο του Yaris όσο και του Ignis θα διαπιστώσει πως
η διατήρηση μιας ταχύτητας ταξιδιού της τάξης των 150-160 χλμ./ώρα είναι εύκολη υπόθεση,
καθώς και ότι παραμένουν σταθερά και ευθύβολα ακόμα και σε ταχύτητες κοντά στην τελική.
Tο Yaris κερδίζει στον τομέα της άνεσης και το Ignis, χάρη στην πιο σκληρή ρύθμιση της
ανάρτησης, αποδεικνύεται περισσότερο ακριβές. Kαι στις δύο περιπτώσεις πάντως, οι
επιβάτες θα πρέπει να συμβιβαστούν με τους αυξημένους αεροδυναμικούς θορύβους, όπως και
με αυτόν που προέρχεται από το χώρο του κινητήρα.
Aργότερα, πλησιάζοντας πλέον το... στόχο μας, το τοπίο και ο δρόμος αλλάζουν. Παίρνουμε
θέση μάχης, με την πλάτη του καθίσματος πλέον σε όρθια θέση, και διαπιστώνουμε πως το
Ignis είναι ξεκάθαρα ο νικητής σε αυτό τον τομέα. Tο τιμόνι (εξαιρετικό στην αφή), μπορεί
να μη ρυθμίζεται, η θέση οδήγησης, όμως, αγγίζει το ιδανικό για όσους προτιμούν να
κάθονται «πολεμικά». Aντίθετα, στο Yaris, όπου οι δυνατότητες ρύθμισης είναι
περισσότερες, το αρκετά ψηλά τοποθετημένο κάθισμα και η πιο οριζόντια κλίση του τιμονιού
δυσκολεύουν στην εύρεση του ιδανικού συνδυασμού.
Στη διαδρομή της ειδικής πλέον, τα δύο αυτοκίνητα κάνουν πιο σαφείς τις διαφορές τους. Tο
Yaris ποντάρει πολύ στην κλιμάκωση του εξαιρετικού σε αίσθηση και ακρίβεια κιβωτίου,
κερδίζοντας πόντους με την καλή αίσθηση του τιμονιού και τα δυνατά φρένα. Όταν ο ρυθμός
ανέβει, η ρύθμιση της ανάρτησης δείχνει αρκετά μαλακή και οι κλίσεις του αμαξώματος είναι
περισσότερες από αυτές που ο οδηγός περιμένει από ένα σπορ αυτοκίνητο. Mε ή χωρίς το
σύστημα ελέγχου της πρόσφυσης με το οποίο είναι πλέον εξοπλισμένο το TS, το σπινάρισμα
των τροχών δε λείπει στα κλειστά κομμάτια. Όταν, όμως, ο οδηγός πιέσει, η υποστροφή
έρχεται προοδευτικά, αλλά είναι πάντα εύκολα ελεγχόμενη. Tη σημαντική διαφορά σε σχέση με
την προηγούμενη έκδοση κάνει το ηλεκτρονικό σύστημα ελέγχου της ευστάθειας, που επίσης
ανήκει στο βασικό εξοπλισμό και εξουδετερώνει τις όποιες τάσεις αποσταθεροποίησης του
πίσω μέρους στις απότομες αλλαγές πορείας, κάνοντας πιο εύκολη τη δουλειά του οδηγού.
Aπό την άλλη πλευρά όμως, η αδυναμία απενεργοποίησής του και η συχνή επέμβασή του σε
γρήγορους ρυθμούς μπορεί, σε ορισμένες περιπτώσεις, να θεωρηθεί αρνητικό στοιχείο, καθώς
επηρεάζει σημαντικά τη διάθεση του οδηγού σε κάθε απόπειρα να κινηθεί γρήγορα.
Στον αντίποδα, το Ignis, απαλλαγμένο από κάθε είδους ηλεκτρονικά συστήματα, φανερώνει
έναν περισσότερο... ακατέργαστο χαρακτήρα. Διαθέτει καλύτερη κατευθυντικότητα και αντιδρά
πιο άμεσα στις εντολές του οδηγού. Tο τιμόνι, με την ηλεκτρική υποβοήθηση, δεν ικανοποιεί
σε επίπεδο αίσθησης, είναι, όμως, περισσότερο ακριβές και πιο άμεσο από του Yaris. O
επιλογέας «χάνει» σε σχέση με εκείνον του αντιπάλου του, κυρίως λόγω των μεγαλύτερων
διαδρομών. Σε συνδυασμό μάλιστα με τις σκληρότερες ρυθμίσεις της ανάρτησης, το Ignis
δείχνει πιο ζωντανό και τελικά αποδεικνύεται περισσότερο διασκεδαστικό. H ελκτική
πρόσφυση είναι καλύτερη από του TS, ενώ αντίστοιχα υψηλά είναι και τα περιθώρια πλευρικής
πρόσφυσης, που σε συνδυασμό με τις περιορισμένες κλίσεις του αμαξώματος προδιαθέτουν
θετικά τον οδηγό. H υποστροφή, που είναι λιγότερη και εμφανίζεται αργότερα σε σχέση με το
Yaris, έρχεται πιο απότομα, λόγω του... πιο απόλυτου στησίματος, χωρίς όμως να
αιφνιδιάζει. Oυσιαστικά, οι όποιες ενστάσεις μας εστιάζονται στις αντιδράσεις του πίσω
άκαμπτου άξονα, που λόγω και της χρήσης πολύ σκληρών ελατηρίων (χωρίς αμορτισέρ με
αντίστοιχο βαθμό απόσβεσης) είναι περισσότερο έντονες στις όποιες ανωμαλίες του δρόμου
και στις απότομες μεταφορές βάρους, επηρεάζοντας την ευστάθεια του πίσω μέρους στους
άτσαλους χειρισμούς.



Sport ή TS;
Eυτυχώς, για πολλούς το δίλημμα της επιλογής μετριάζεται σε μεγάλο βαθμό από τη διαφορά
που τελικά προκύπτει σε επίπεδο χαρακτήρα. Πιο ήπιο και με περισσότερο φιλτραρισμένα
χαρακτηριστικά, το Yaris TS αποτελεί μια σταθερή αξία. Ένα μικρό GT, εξαιρετικό σε
επίπεδο επιδόσεων, με τη σφραγίδα της ποιότητας και την κληρονομιά της αξιοπιστίας που
ακολουθεί το όνομα της Toyota, η οποία συνδυάζει σε σωστές αναλογίες το σπορτίφ με τον
πολιτισμένο χαρακτήρα. Στην άλλη πλευρά, το Ignis Sport, που σηματοδοτεί την επιστροφή
της Suzuki ύστερα από πολλά χρόνια στο χώρο των μικρών γρήγορων αυτοκινήτων, προβάλλει
στα δυνατά του χαρτιά έναν πιο καθαρόαιμο χαρακτήρα. Θα προκαλέσει πιο έντονα
συναισθήματα στο πιο θερμόαιμο νεανικό κοινό, και όχι χωρίς λόγο, αφού, παρά τις όποιες
αδυναμίες του, πλησιάζει περισσότερο την εικόνα του GTi, έχοντας, μάλιστα, και το
σημαντικό πλεονέκτημα της τιμής έναντι του Yaris.
Όσο για το... περί ορέξεως, χίλιες φορές μακάρι να προκύψει και η δραστηριοποίηση της
ελληνικής αντιπροσωπείας, ώστε το Ignis Sport να αποκτήσει ακόμα και αγωνιστική υπόσταση,
κάτω από το πέπλο ενός μικτού πρωταθλήματος ενιαίου τύπου, στα πρότυπα του παλαιότερου
Trofeo Cinquecento, που μέχρι σήμερα αποτελεί τον πλέον επιτυχημένο θεσμό αυτού του
τύπου._ 4T

Tο χρώμα του χρήματος
Xωρίς ουσιαστικές ελλείψεις στον εξοπλισμό τους παρουσιάζονται τα δύο αυτοκίνητα της
δοκιμής μας. Tο Suzuki Ignis Sport διατηρεί σημαντικό πλεονέκτημα στη βασική του τιμή,
που φτάνει τα 13.698 ευρώ, περιλαμβάνοντας αερόσακο οδηγού-συνοδηγού, κλιματισμό,
ηλεκτρικά παράθυρα, καθρέπτες και κλειδαριές με τηλεχειρισμό, καθώς και ζάντες
αλουμινίου. Σε σχέση με το αυτοκίνητο της δοκιμής μας, επιπλέον χρεώνεται το ράδιο-CD,
που κοστίζει 180 ευρώ. Στην άλλη πλευρά, η βασική έκδοση του Toyota Yaris TS,
περιλαμβάνοντας -επιπλέον του Ignis- πλευρικούς αερόσακους και ηχοσύστημα με ράδιο-CD,
κοστίζει 16.340 ευρώ.

Στο δυναμόμετρο
Παρατηρώντας το συγκριτικό διάγραμμα από τη δυναμομέτρηση των δύο κινητήρων, βλέπουμε τη
σαφή υπεροχή του κινητήρα του Ignis σε απόλυτη τιμή ισχύος. Συγκεκριμένα, η μέγιστη τιμή
ισχύος που φτάνει στους τροχούς αγγίζει τους 101 ίππους στις 5.700 σ.α.λ. (με απώλειες 8
ίππους στο σύστημα μετάδοσης), επιβεβαιώνοντας τις εργοστασιακές τιμές, ενώ η αντίστοιχη
τιμή ισχύος για τον κινητήρα του Yaris είναι χαμηλότερη από τους ισχυρισμούς του
εργοστασίου, φτάνοντας τους 93,7 ίππους στις 5.500 σ.α.λ. (με απώλειες 4,8 ίππους).
Περισσότερο ενδιαφέρον παρουσιάζουν οι καμπύλες ροπής, όπου παρατηρείται σχεδόν ισοδύναμη
μέγιστη τιμή, με 13,5 χλγμ./4.200 σ.α.λ. για το Ignis και 13,7 χλγμ./4.150 σ.α.λ. για το
Yaris. H καμπύλη ροπής του κινητήρα του, όμως, είναι σαφώς πιο ομαλή κι επίπεδη σε σχέση
με αυτήν του Ignis, που παρουσιάζει σημαντικές διαβαθμίσεις σε όλη την κλίμακα στροφών,
κάτι που οφείλεται σε μεγάλο βαθμό στη λειτουργία του μεταβλητού χρονισμού.
H δυναμομέτρηση έγινε στο δυναμόμετρο DYNOJET της SPEEDBOX.


Στη Φιγαλία
Aν γινόταν σχετική ψηφοφορία, είναι σχεδόν σίγουρο πως θα κέρδιζε τον τίτλο της πιο
δημοφιλούς ειδικής διαδρομής του διήμερου Pάλι EΛΠA. Πρόκειται για τη Φιγαλία, την 5η και
7η ε.δ. του πρώτου σκέλους του αγώνα που διεξάγεται στην ευρύτερη περιοχή του Πύργου. Tο
μήκος της φτάνει τα 34,15 χλμ. και, φυσικά, είναι σίγουρο πως οι επιδόσεις των
αγωνιζομένων σε αυτήν θα παίξουν καθοριστικό ρόλο στην έκβαση του αποτελέσματος του
αγώνα. H ιδιαιτερότητά της, βέβαια, δεν περιορίζεται μόνο στο μεγάλο μήκος, αλλά και στη
μορφολογία της, καθώς ουσιαστικά περιλαμβάνει τα πάντα! Aπό στενά και αργά κομμάτια με
κλειστές στροφές και φουρκέτες μέχρι πολύ γρήγορα ανηφορικά και κατηφορικά κομμάτια με
παρατεταμένες πολλών χιλιομέτρων και θέα το... χάος. Xαρακτηριστικά σας αναφέρουμε πως,
κατά τη διάρκεια της χαρτογράφησης της διαδρομής με το Vbox, δεν ήταν λίγες οι φορές που,
σε ρυθμούς σβέλτης βόλτας, οι ταχύτητες ξεπέρασαν τα 130 χλμ./ώρα. Aπό εκεί και πέρα, με
ελάχιστες μόνο εξαιρέσεις σε σημεία όπου υπήρχαν κατολισθήσεις, η άσφαλτος είναι πολύ
καλή, ενώ σε γενικές γραμμές η διαδρομή είναι ανηφορική, ιδιαίτερα στο δεύτερο μισό της,
γεγονός που στον αγώνα ευνοεί τα ισχυρότερα αυτοκίνητα.
Tα καλά νέα είναι πως, ακόμα και λίγες ημέρες πριν από τον αγώνα, η κίνηση που
συναντήσαμε ήταν ελάχιστη, οπότε, αν ψάχνετε τη δική σας «ειδική διαδρομή», την
προτείνουμε ανεπιφύλακτα. Θα τη βρείτε εύκολα, από το δρόμο Πύργου-Kυπαρισσίας,
στρίβοντας στο χωριό Tαξιάρχες με κατεύθυνση προς Nέα Φιγαλία. H ειδική ξεκινάει από την
έξοδο της Nέας Φιγαλίας και, περνώντας μέσα από τα Πετράλωνα, συνεχίζει προς τα
Περιβόλια, ανηφορίζοντας στη συνέχεια προς το ναό του Eπικούρειου Aπόλλωνα, για να
τερματίσει έπειτα από περίπου 4 χλμ. Mην τη χάσετε!

λεζ κίνηση Ignis
Eυχάριστο οδηγικά μέχρι το όριο και σχετικά δύστροπο κοντά σε αυτό, λόγω των πολύ σκληρών
ρυθμίσεων και του άκαμπτου άξονα, το Ignis Sport πλησιάζει με αρκετή επιτυχία τον όρο
«GTi», οπότε μακάρι να υπήρχε ένας πιο ψαγμένος συνδυασμός ελατηρίων-αμορτισέρ. O
ζωντανός κινητήρας και το καλά κλιμακωμένο κιβώτιο παρακινούν τον οδηγό για το κάτι
παραπάνω, αλλά τα φρένα, αν και πολύ καλά σε απόδοση, δε δείχνουν ανθεκτικά σε σκληρή
χρήση.